Τρίτη, Μαρτίου 20, 2007

Bagels


Μ' αρέσει να μαγειρεύω.Από πολύ μικρή η μαγειρική έγινε μια από τις αγαπημένες μου ασχολίες αν και άρχισε σαν το αναγκαστικό μου μερίδιο στις δουλειές του σπιτιού μιας και η μάνα μου ήταν μια σκληρά εργαζόμενη γυναίκα.
Κι αν έχω πετάξει κατά καιρούς κατασκευάσματα διάφορα, κι αν έχω μαζέψει συνταγές από περιοδικά και -τα τελευταία χρόνια- από sites.Μ' αρέσει να δοκιμάζω τετριμμένα και πρωτότυπα, φαγητά και γλυκά, παραδοσιακά και gourmet, δυτικά κι ανατολίτικα...


Το μειονέκτημά μου είναι ότι μπορεί για μιά ολόκληρη εβδομάδα να μη βγω καθόλου από την κουζίνα και να φτιάξω πιό πολλά πράγματα από ένα επαγγελματία, και μετά για ένα μήνα να βαριέμαι ακόμη και μια απλή ντοματοσαλάτα να κόψω.


Πιό πολύ από ο,τιδήποτε άλλο μ' αρέσει να φτιάχνω ζύμες.Δεν ξέρω γιατί. Η αίσθηση του ζυμαριού στα χέρια μου με κάνει να νοιώθω μια δύναμη ελέγχου...Είναι παράλογο;


Το τελευταίο ζυμένιο μου παρασκεύασμα ήταν κάτι πεντανόστιμα κουλουράκια εβραϊκής προέλευσης , τα bagels.Βρήκα τη συνταγή εδώ και τά έχω φτιάξει ήδη δύο φορές γιατί έγιναν ανάρπαστα.Mε γλυκειά αλλά κυρίως με αλμυρή συνοδεία ήταν θαυμάσια.Η συνταγή φαίνεται κοπιαστική -λόγω του βρασμού που προηγείται του ψησίματος στο φούρνο- αλλά το τελικό αποτέλεσμα δικαιώνει τον λίγο παραπάνω κόπο που δεν είναι δα και πολύς.


Επόμενη δοκιμή μου λέω να είναι τα blinis και τα pretzels και ψάχνω sites με αυθεντικές τους συνταγές.Χάνομαι όμως στο πλήθος των αποτελεσμάτων που δίνει το google.

Βοήθεια!!!!!

Δευτέρα, Μαρτίου 12, 2007

Πέντε λέξεις και μια ...αμαρτία


Έδωσε μια στο πιάτο της και λίγο έλειψε να το ρίξει στο πάτωμα. Έλειπαν όλοι από το σπίτι την τελευταία εβδομάδα και είχε κατορθώσει να τηρήσει με ευλάβεια το διαιτητικό πρόγραμμα του τελευταίου «ειδικού», αλλά σήμερα την τριγύριζε πάλι η λαιμαργία της.
Άδειασε τα αλάδωτα νερόβραστα κολοκυθάκια στο πιάτο με το στεγνό άπαχο μπιφτέκι της-σαν κάρβουνο της φαινότανε και στην όψη και στη γεύση- μάζεψε και με την παλάμη του χεριού της τα τρίμματα από τη σικάλεως που είχαν σκορπίσει πάνω στο τραπέζι και τα άδειασε όλα μαζί σε μια εφημερίδα που τη σφικτοτύλιξε και τη πέταξε στα σκουπίδια.
Φτάνει πια! Το βράδυ θα έφτιαχνε κανονικό φαγητό. Θα μαγείρευε γι αυτήν. Ποιος λέει ότι ο καλός μάγειρας δικαιώνεται μόνο από το «μπράβο» των άλλων;
Άρχισε αμέσως να καταστρώνει το μενού της αμαρτίας στο μυαλό της. Εκ των ενόντων βέβαια, Κυριακή μεσημέρι βλέπεις…Στο σπίτι υπήρχαν άφθονα διαιτητικά. Light γιαουρτάκια σε διάφορες γεύσεις, λαχανικά και πρασινάδες να χορτάσει ένα κοπάδι κατσίκια, και άφθονα φρούτα. Φυσικά τα ντουλάπια και το ψυγείο της είχαν όλα τα κλασικά καλούδια μιας συνεπούς μαγείρισσας: ρύζια και μακαρόνια και αλεύρια και μπαχαρικά και καλό βούτυρο και τυριά.
Έβγαλε από το ψυγείο την κότα που είχε αγοράσει χθες από το χασάπικο της γειτονιάς της. Ο κ. Μ. ο χασάπης, την είχε διαβεβαιώσει ότι είναι νεαρή και ντόπια. Ξεχώρισε τον λαιμό , τη μια φτερούγα και τα μπουτάκια .Θα έφτιαχνε ένα καλό ζωμό με το λαιμό και τη φτερούγα για το risotto της Τίνας .Τα μπουτάκια τα ήθελε αλα Panais.
Μια σαλάτα caprece –πάλι της Τίνας- θα ήταν ό,τι έπρεπε για συνοδεία ή μήπως θα ήταν καλύτερη αυτή της συνθηκολόγησης. Έπρεπε να δει για ποια από τις δυο είχε τα υλικά .
Και για το τέλος…Α, το γλυκό ήταν πάντα το αδύνατό της σημείο. Το σημείο αδυναμίας και υποχώρησης. Έπρεπε να βρει ένα γλυκό που να το ονομάσει «της αδυναμίας» ή της «υποχώρησης».Παγωτό θα ήταν το πιθανότερο. Σ΄ α υ τ ά δεν αντιστεκόταν. Θα πρόφταινε άραγε να φτιάξει το παγωτό του Αθήναιου; Το μπολ της παγωτομηχανής ήταν πάντα στον καταψύκτη. Μάλλον θα τα κατάφερνε.
Γι αργά το βράδυ θα ετοίμαζε τη δική της μηλόπιττα. Δεν μπορούσε να σκεφτεί τίποτε καλύτερο από ένα της κομμάτι περιχυμένο με λιωμένο παγωτό καθώς θα ξανάβλεπε το match point του Γούντι Άλεν…
...............................................................................................................

...........................................................................................................
Απολάμβανε το παγωμένο της λιμοντσέλο με μικρές γουλιές κάνοντας θορύβους απόλαυσης, ακούγοντας Μελίνα Τανάγρη και σχεδιάζοντας καλοκαίρια στο Νότο όταν την επανάφερε στην πραγματικότητα το ντριιιν του τηλεφώνου.
-Έλα μαμά τι κάνεις; Πως είσαι μόνη σου; Σου λείπουμε , σου λείπουμε;
-Μου λείπετε, μου λείπετε. Τι να κάνω ; Η ξενιτιά τα χαίρεται τα μοσχολούλουδά μου…
-Έ όχι και ξενιτιά 8-9 ώρες δρόμος…
-Έ όχι και δρόμος! Θάλασσα παιδί μου θάλασσα. Δεν περπατιέται, δεν ορίζεις το πήγαινε και το έλα σου.
-Παραπονιάρα μου. Σε 20 μέρες έρχομαι. Καληνύχτα. Φιλάκια.
-Φιλάκια μωρό μου.


Της λείπουνε…Μα είναι κάποιες στιγμές που τη χρειάζεται τη μοναξιά της. Αυτή κι ο εαυτός της. Ανασυγκρότηση του σκληρού της θα τόλεγε... Τρελή κι αδέσποτη παρ’ όλη την αγάπη…


Με πρόσκληση της νέας διαδικτυακής φιλενάδας και με 6 ασύνδετες λέξεις-αλήθεια κυρά μου γιατί 6 και όχι 5 σαν όλο τον κόσμο;- προσπάθησα να γράψω μια φανταστική ιστορία που έτσι όπως βγήκε ακουμπά στην πραγματικότητά μου. Μου δείχνει βέβαια στο τελικό της διάβασμα «από την πόλη έρχομαι και στην κορυφή κανέλα» αλλά είπαμε οι γραπτές κουβέντες δεν είναι το ατού μου.
Σε ποιες να πρωτοπαραδώσω τη σκυτάλη τώρα; Νένα, Άσπα, Πεφταστέρι, Μάγισσα μου, θα συνεχίσετε;Α!να μη ξεχάσω και τη ζωγράφο, μια από τις καινούργιες φιλενάδες. Άλλωστε εσείς είστε μαστόρισσες .Παίρνω τις πέντε λέξεις από ανοίγματα σε τυχαίες σελίδες του λεξικού: βεληνεκές, κεράκι, τηλεγράφημα, λογική, αναπολώ.